Δελφοί
Το περίφημο «Δελφικό τοπίο» δεν είναι άλλο από τις πλαγιές του Παρνασσού που κατηφορίζουν ως τις όχθες του Κορινθιακού στην Ιτέα σχηματίζοντας μια πεδιάδα. Τη μικρή αυτή πεδιάδα διαρρέουν δυο χείμαρροι, ο Πλειστός και ο Ύλαιθος, γνωστοί από την αρχαιότητα. Πάνω από τη μισή περιοχή καλύπτεται από ελαιώνες της γνωστής ποικιλίας «Αμφίσσης» ενώ στο υπόλοιπο φύεται χαμηλή και θαμνώδης βλάστηση. Τα περισσότερα ελαιόδεντρα μετρούν διάρκεια ζωής πάνω από έναν αιώνα. Το «Δελφικό τοπίο» είναι άρρηκτα δεμένο με τον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών και για αυτό έχει ανακηρυχθεί προστατευόμενη περιοχή από το 1981. Δυστυχώς μεγάλο μέρος του καταστράφηκε από πυρκαγιά τον Αύγουστο του 2013.
Ο Αρχαιολογικός χώρος των Δελφών
Ανάμεσα στην Άμφισσα και την Αράχωβα, κάτω από τις επιβλητικές Φαιδριάδες πέτρες, βρίσκονται οι Δελφοί με τον αρχαιολογικό τους χώρο, ενταγμένο από το 1979 στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Κατά την Οθωμανική περίοδο και τις απαρχές του ελληνικού κράτους εδώ βρισκόταν το χωριό Καστρί. Οι επισκέψεις περιηγητών είχαν προϊδεάσει τους κατοίκους της περιοχής για την ιστορία του τόπου και τη σημασία των αρχαιολογικών καταλοίπων που βρίσκονταν γύρω τους. Χρειάστηκε όμως ένας ισχυρός σεισμός το 1870 για να δεχθούν οι κάτοικοι ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τις εστίες τους για χάρη της αρχαιολογίας. Τελικά το χωριό μεταφέρθηκε νοτιότερα, εκεί που σήμερα βρίσκεται ο οικισμός των Δελφών, και ξεκίνησαν οι δεκαετείς ανασκαφές (1892-1902).
Από την ολοκλήρωση της «Μεγάλης Ανασκαφής» και ως τις μέρες μας ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών δεν έχει πάψει να διερευνάται περαιτέρω, να αναστηλώνεται και να αναδεικνύεται. Πολλά από τα μνημεία του μελετώνται και επανερμηνεύονται. Ο χώρος συνίσταται σε δύο κυρίως ιερά: το ιερό της Αθηνάς Προναίας και τα παρακείμενα κτίσματά του, και το ιερό του Απόλλωνα, όπου βρισκόταν και το περίφημο μαντείο.
Ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών περιλαμβάνει 2 τεμένη, ένα αφιερωμένο στον Απόλλωνα και ένα στην Αθηνά, καθώς και άλλου είδους εγκαταστάσεις, κυρίως αθλητικές.
Το τέμενος της Αθηνάς Προναίας
Τα δύο ιερά χωρίζονται σήμερα από τον δρόμο Αράχωβας - Άμφισσας. Το τέμενος της Αθηνάς Προναίας βρίσκεται σε επίπεδο κατώτερο από το δρόμο. Χαρακτηριστικό είναι το κυκλικό οικοδόμημα της Θόλου, του 4ου αιώνα π.Χ., αριστουργηματικό κτίσμα αγνώστου χρήσης. Ο ναός της Αθηνάς Προναίας είχε οικοδομηθεί αρχικά τον 7ο αιώνα π.Χ. από ασβεστόλιθο. Το κτίσμα καταστράφηκε από σεισμό στα τέλη του 7ου αιώνα και οικοδομήθηκε ξανά σε μικρή απόσταση, πάλι από πωρόλιθο, στα τέλη του 6ου αιώνα. Κι ο δεύτερος ναός καταστράφηκε τον 4ο αιώνα π.Χ. Ο τελευταίος χρονικά ναός της Αθηνάς, που οικοδομήθηκε στη διάρκεια του 4ου αιώνα, ήταν κατασκευασμένος από ντόπιο μάρμαρο. Και αυτός ο ναός όμως καταστράφηκε τον 1ο αιώνα π.Χ. και αντικαταστάθηκε από μια εξέδρα για τοποθέτηση αναθημάτων. Στον χώρο του τεμένους της Αθηνάς Προναίας οικοδομήθηκαν στα τέλη της αρχαϊκής και στην αρχή της κλασικής εποχής δύο «Θησαυροί», μικρά ναόσχημα οικοδομήματα για τη φύλαξη αναθημάτων, λαφύρων και άλλων πολύτιμων αντικειμένων. Ο «Θησαυρός των Μασσαλιωτών», τον οποίο περιέτρεχε ζωφόρος με πλούσιο γλυπτό διάκοσμο και ο «Δωρικός Θησαυρός», ιδιαίτερα λιτό.
Κοντά στο τέμενος της Αθηνάς Προναίας οικοδομήθηκε στον 4ο αιώνα π.Χ. το Γυμνάσιο των Δελφών. Εδραζόταν σε δύο εξέδρες. Στη βόρεια βρισκόταν ο «ξυστός» του γυμνασίου, μια στεγασμένη στοά με μήκος ενός περίπου πυθικού σταδίου (187 μέτρα), με κιονοστοιχία δωρικού ρυθμού. Πλάι στον ξυστό υπήρχε και η παραδρομίδα, ένας υπαίθριος διάδρομος που χρησιμοποιούνταν για την προγύμναση των αθλητών του δρόμου. Στο κατώτερο άνδηρο βρισκόταν η παλαίστρα, μια κεντρική αυλή περιτριγυρισμένη από στοές που διαιρούνταν σε δωμάτια. Μια παρακείμενη κυκλική κατασκευή αποτελούσε πισίνα, όπου κατέληγαν τα νερά της Κασταλίας πηγής, και οι αθλούμενοι μπορούσαν να πάρουν το λουτρό τους. Στα ρωμαϊκά χρόνια κτίστηκαν νέα λουτρά με θερμό νερό. Κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο ο χώρος της Παλαίστρας καλύφθηκε από βασιλική.
Στα δυτικά του γυμνασίου βρίσκεται η περίφημη πηγή της Κασταλίας. Σύμφωνα με το μύθο, στα νερά της πηγής πνίγηκε η ομώνυμη νύμφη, προσπαθώντας να ξεφύγει από τον Απόλλωνα. Εκεί λουζόταν η Πυθία πριν μπει στο ιερό για να χρησμοδοτήσει. Στην αρχαιότητα είχαν δημιουργηθεί δύο κρήνες: το αρχαϊκό οικοδόμημα, ορθογώνιο και περιλαμβάνει πλακόστρωτη αυλή με λίθινα έδρανα, και η ρωμαϊκή κρήνη που διαμορφώθηκε τον 1ο αιώνα π.Χ. απευθείας στο φυσικό βράχο με κόγχες για τα αναθήματα των προσκυνητών, που έφταναν εκεί για να ξεδιψάσουν από το μακρύ ταξίδι.
Το τέμενος του Απόλλωνα
Το ιερό τέμενος του Απόλλωνα, υψώνεται πάνω από τον δρόμο. Με την είσοδο στον αρχαιολογικό χώρο, ο επισκέπτης ακολουθεί τα βήματα των αρχαίων επισκεπτών, που ανέβαιναν την Ιερά Οδό για να φτάσουν στο ναό του Απόλλωνα και να ζητήσουν χρησμό από το μαντείο. Σήμερα, το πρώτο κτίσμα που συναντά ο επισκέπτης είναι η ρωμαϊκή αγορά, μια πλακόστρωτή πλατεία. Η ανηφορική Ιερά Οδός πλαισιωνόταν στην αρχαιότητα από πλήθος οικοδομημάτων και αναθημάτων, με κυρίαρχους τους «Θησαυρούς». Στα δεξιά μετά την είσοδο στο Ιερό βρισκόταν ο ταύρος των Κερκυραίων, ανάθημα του 480 π.Χ. που οι κάτοικοι της Κέρκυρας ανέθεσαν για να ευχαριστήσουν τον θεό για μια εξαιρετική ψαριά τόνων. Ακολουθούσε το ανάθημα των Αρκαδίων για τη νίκη τους, από κοινού με τους Θηβαίους, στην εκστρατεία κατά των Λακεδαιμονίων το 370/369 π.Χ. Ένα ημικυκλικό βάθρο στήριζε τα αγάλματα του ιδρυτή της δυναστείας των Αργείων, Δαναό και μερικούς απογόνους του. Απέναντι από τη βάση των Αρκαδίων, οι Λακεδαιμόνιοι είχαν στήσει το μεγάλο τους ανάθημα για τη νίκη τους στους Αιγός Ποταμούς, με την οποία έληξε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. Συνολικά 38 αγάλματα παρουσίαζαν θεούς και ηγέτες. Από τον Παυσανία μαθαίνουμε ότι πλάι στο ανάθημα των Λακεδαιμονίων υπήρχαν 3 ακόμη από τους κατοίκους του Άργους και τους Αθηναίους. Λίγο πιο πάνω ορθωνόταν ο «Θησαυρός των Σικυωνίων», του 6ου αιώνα π.Χ. Αρχικά είχε τη μορφή Θόλου, και λίγο αργότερα μετασκευάστηκε σε μονόπτερο με πλούσιο γλυπτό διάκοσμο με μυθολογικά θέματα. Ο Θόλος και ο Μονόπτερος μάλλον καταστράφηκε για την ανέγερση ενός τυπικού θησαυρού από τους πολίτες της Σικυώνας.
Αμέσως μετά από τον θησαυρό των Σικυωνίων υπήρχε το ομορφότερο ιωνικό κτίριο, ο «Θησαυρός των Σιφνίων», κατασκευασμένος από τρία είδη μαρμάρου, Σίφνου, Νάξου και Πάρου και πλούσιο γλυπτό και χρωματικό διάκοσμο. Στην πρόσταση έστεκαν 2 Καρυάτιδες.
Περνώντας το θησαυρό των Σιφνίων η Ιερά Οδός φτάνει στην πρώτη στροφή της και βρίθει θησαυρών. Απέναντι του βρισκόταν ο θησαυρός των Μεγαρέων (τέλη 6ου αιώνα π.Χ.), δωρικού ρυθμού, από σκούρο ασβεστόλιθο. Μπροστά στον θησαυρό βρέθηκε ο περίφημος «ομφαλός», που συμβόλιζε το κέντρο του αρχαίου κόσμου. Στο νοτιοδυτικό άκρο του τεμένους βρισκόταν ο θησαυρός των Βοιωτών και ο Θησαυρός των Θηβαίων, ενθύμιο της νίκης στα Λεύκτρα (371 π.Χ.).
Στην επόμενη στροφή της Ιεράς Οδού ανοίγεται μια τριγωνική πλατεία επί της οποίας βρίσκεται ο Θησαυρός των Αθηναίων. Εκεί φυλάσσονταν τα λάφυρα των Αθηναίων, ενώ οι εξωτερικοί του τοίχοι ήταν καλυμμένοι από περίπου 150 επιγραφές 3ου και 2ου αιώνα π.Χ., μεταξύ των οποίων και ο Ύμνος στον Απόλλωνα. Οι ζωφόροι του θησαυρού εικόνιζαν σκηνές από τον βίο του Ηρακλή και του Θησέα. Απέναντι και λίγο ψηλότερα βρισκόταν ο Θησαυρός των Κνιδίων, που ανεγέρθηκε πριν την κατάληψη της Κνίδου από τους Πέρσες το 544 π.Χ. Ακολουθούσε ο θησαυρός των Ποτιδαιατών ή αυτός των Συρακουσίων και το λεγόμενο βουλευτήριο των Δελφών, ένα μακρόστενο αρχαϊκό οικοδόμημα από πωρόλιθο.
Λίγο βορειότερα βρισκόταν η στήλη με τη Σφίγγα των Ναξίων. Μπροστά από τη σφίγγα απλωνόταν μια μικρή στρογγυλή πλατεία, η Άλως, όπου τελούνταν υπαίθριες τελετές, μεταξύ των οποίων και η τελετουργική αναπαράσταση του φόνου του Πύθωνα. Στα βορειοδυτικά η πλατεία ορίζεται από έναν πολυγωνικό τοίχο που κατασκευάστηκε αρχικά ως αντέρεισμα για την ανοικοδόμηση του ναού του Απόλλωνα στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Το ανατολικό τμήμα του τοίχου χρησιμεύει ως στήριγμα για τη στοά των Αθηναίων, ιωνικού ρυθμού, σε ανάμνηση κάποιας νίκης τους, πιθανότατα στις αρχές του Πελοποννησιακού πολέμου. Γύρω από την Άλω υπήρχαν κι άλλοι Θησαυροί, μικρότεροι, όπως ο Θησαυρός των Κορινθίων, όπου φυλάσσονταν και ορισμένα από τα πολυτιμότερα αναθήματα που είχαν δωρηθεί από ξένους ηγεμόνες, ο Θησαυρός των Κυρηναίων, Ο Θησαυρός των Κλαζομενίων και αυτός των Ακανθίων.
Πλησιάζοντας στο ναό του Απόλλωνα έστεκαν διάφορα μνημεία και αναθήματα όπως αυτό των Ταραντίνων με αγάλματα επωνύμων ηρώων της Σπάρτης και του Τάραντα του 5ου αιώνα π.Χ. Εκεί βρισκόταν και ο περίφημος αναθηματικός τρίποδας των Πλαταιών που έφερε επιγραφές με τα ονόματα των πόλεων που αντιστάθηκαν στους Πέρσες κατά τα Μηδικά και συμμετείχαν στη μάχη των Πλαταιών. Ο τρίποδας αυτός στηριζόταν σε βάση που αποτελούνταν από χάλκινο κίονα γύρω από τον οποίο περιελίσσονταν τρία φίδια. Η βάση μεταφέρθηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο στον ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης.
Ο ναός του Απόλλωνα ήταν κτισμένος σε περίοπτη θέση στο τέλος της Ιεράς Οδού, επάνω σε μεγάλη ορθογώνια πλατεία που σταδιακά γέμισε με αφιερώματα, ιδιαίτερα ανδριάντες των ελληνιστικών βασιλέων και των Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Ο βωμός, που βρισκόταν έξω από το ναό, ήταν αφιερωμένος από τους Χιώτες. Στα βόρεια του βωμού βρισκόταν ένα μνημείο αφιερωμένο από τους Αιτωλούς στον σύμμαχό τους, Ευμένη Β´ της Περγάμου.
Ο ίδιος ο ναός,, στη σημερινή του κατάσταση κτίστηκε περί το 333 π.Χ. από τους αρχιτέκτονες Σπίνθαρο, Ξενόδωρο και Αγάθωνα, για να αντικαταστήσει τον αρχαϊκό ναό των Αλκμαιωνιδών της Αθήνας, που είχε καταστραφεί από σεισμό. Ήταν περίπτερος με 6 x 15 κίονες, ενώ ο πρόδομος και ο οπισθόδομος ήταν δίστυλοι εν παραστάσι. Στα μαρμάρινα αετώματά του απεικονίζονταν ο Απόλλωνας με τις Μούσες και ο Διόνυσος με τις μαινάδες Θυιάδες. Στις μετόπες είχαν τοποθετηθεί χρυσές ασπίδες. Το άδυτο του ναού αποτελούσε το κυρίως μαντείο, όπου η Πυθία έδινε τους χρησμούς της. Γι' αυτό και απαγορευόταν η πρόσβαση σε όλους πλην των ιερέων. Οι πηγές αναφέρουν ότι στο εσωτερικό του ναού υπήρχαν χαραγμένα τα περίφημα δελφικά παραγγέλματα καθώς και το γράμμα Ε. Στα ρωμαϊκά χρόνια μπροστά στο ναό ανεγέρθηκε το μνημείο του Ρωμαίου στρατηγού Αιμίλιου Παύλου προσομοιάζοντας στο λίγο προγενέστερο μνημείου του Προυσία Β' της Βιθυνίας.
Βορειότερα από το ναό ανεγέρθηκαν στην ελληνιστική περίοδο και άλλα μνημεία, όπως το Ατταλιδικό ανάθημα, η βάση των Κερκυραίων, ο περίφημος κίονας με τις «Χορεύτριες», τις 3 νεαρές γυναικείες μορφές που στήριζαν τρίποδα επί του οποίου βρισκόταν ο ομφαλός, και ο Θησαυρός των Θεσσαλών, όπου στεγαζόταν το Μνημείο του Θεσσαλού Τετράρχη Δαόχου και της οικογένειάς του. Τέλος, στην περιοχή αυτή βρισκόταν και η Λέσχη των Κνιδίων, πιθανότατα εντευκτήρια για τους επισκέπτες, διάσημο για το εσωτερικό του που διακοσμούνταν από 2 περίφημα ζωγραφικά έργα του Θάσιου ζωγράφου Πολυγνώτου, την Ιλίου Πέρσιν και τη Νέκυια.
Προς τα Βορειοδυτικά ανηφόριζε ο δρόμος που οδηγούσε στο θέατρο, το οποίο καταλάμβανε τη ΒΔ γωνία του τεμένους, πολύ κοντά στην πηγή Κασσώτιδα, τα νερά της οποίας κυλούσαν κάτω από το ναό του Απόλλωνα. Το θέατρο κατασκευάστηκε στην ελληνιστική περίοδο και το 160 π.Χ. ο Ευμένης Β' της Περγάμου το εφοδίασε με μαρμάρινα εδώλια. Το κοίλο διαιρείται σε 2 διαζώματα. Το κάτω διάζωμα διαιρούνταν σε 7 κερκίδες με τη βοήθεια 6 κλιμακοστασίων, ενώ το άνω διάζωμα διαιρούνταν σε 14 κερκίδες. Η ορχήστρα ήταν αρχικά κυκλική. Πίσω από τη σκηνή βρισκόταν υπαίθρια κόγχη όπου έστεκε το χάλκινο σύμπλεγμα που απεικόνιζε τον Κρατερό να σώζει τον Μέγα Αλέξανδρο από ένα λιοντάρι, έργο του Λεωχάρη και του Λύσιππου. Το θέατρο χωρούσε περί τους 4.500 θεατές. Στους αναλλημματικούς του τοίχους χαράχθηκαν κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο πλήθος επιγραφών που αναφέρονταν σε πράξεις απελευθέρωσης δούλων.
Στο υψηλότερο σημείο του αρχαιολογικού χώρου, περίπου 50 μέτρα πάνω από το θέατρο, βρίσκεται το Στάδιο των Δελφών, το καλύτερα σωζόμενο αρχαίο στάδιο στον ελλαδικό χώρο, το οποίο διαμορφώθηκε τον 2ο αιώνα π.Χ. Σώζεται ακόμη η άφεσις με 2 σειρές από πλάκες με εγκοπές για να στηρίζουν τα πόδια τους οι δρομείς. Στο στάδιο έμπαινε κανείς από μνημειακή τοξωτή είσοδο. Θεωρείται ότι η χωρητικότητά του ήταν 6.500 θεατές.
Στην κάθοδο από το Στάδιο κατά τα ελληνιστικά χρόνια οικοδομήθηκε μια πολύ μεγάλη στοά, η Δυτική Στοά ή Στοά των Αιτωλών, μήκους περίπου 73 μέτρων. Εκεί το Κοινό των Αιτωλών αφιέρωσε τα όπλα που κατάσχεσαν κατά την απόκρουση των Γαλατών το 279 π.Χ.
Πηγή:
http://odysseus.culture.gr/h/3/gh351.jsp?obj_id=2507
http://www.dimosdelfon.gr
http://www.visitdelphi.gr