Εισαγωγή
Ο Κορινθιακός Κόλπος είναι μία ημικλειστή, βαθιά θάλασσα που σχηματίζεται ανάμεσα στη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο, δυτικά του Ισθμού της Κορίνθου. Αρχίζει από το Ιόνιο πέλαγος, δυτικά, και καταλήγει στον Ισθμό της Κορίνθου, ανατολικά. Διακρίνεται σε δύο επιμέρους τμήματα, τον Πατραϊκό και τον κυρίως Κορινθιακό, με συνολικό μήκος 127 χιλιόμετρα. Τα μεγάλα βάθη που ξεπερνούν τα 900 μέτρα, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερες γεωλογικές, ωκεανογραφικές και περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν, προσδίδουν σε αυτό τον ημίκλειστο κόλπο μία ασυνήθιστα υψηλή βιοποικιλότητα και παραγωγικότητα των θαλάσσιων οικοτόπων.
Από την πλευρά της Στερεάς Ελλάδας ο βυθός είναι βραχώδης με αποτέλεσμα να έχουμε καλή ορατότητα και παράλληλα ανάπτυξη χλωρίδας και συνεπώς ανάπτυξη πανίδας. Από την πλευρά της Πελοποννήσου η υφή του βυθού είναι αμμώδης και κατά το πλείστον λασπώδης. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να αναπτυχθεί η χλωρίδα στο βαθμό που θα μπορούσε να διατηρήσει μια μόνιμη πανίδα. Έτσι στην περιοχή αυτή έχουμε πληθυσμούς μετακινούμενους ή εποχιακούς. Στη μέση περίπου του Κορινθιακού υπάρχουν δύο μεγάλα επιφανειακά ρεύματα που μεταφέρουν διάφορα είδη ψαριών όπως ξιφίες, τόνους, παλαμίδες, δελφίνια και άλλα. Η ταχύτητα των ρευμάτων στον Ισθμό της Κορίνθου φθάνει τους 2,5 κόμβους, με αποκορύφωμα τους 3 κόμβους σε περίπτωση που πνέουν άνεμοι ίδιας διευθύνσεως.
Στον Κορινθιακό κόλπο συναντώνται τα ζωνοδέλφινα, αποκλειστικά σε μεικτές ομάδες με τα σταχτοδέλφινα και τα κοινά δελφίνια. Σε άλλες περιοχές του κόσμου, αυτό συμβαίνει μόνο περιστασιακά. Ο Κορινθιακός είναι πιθανότατα η μοναδική περιοχή στον κόσμο, όπου ένας πληθυσμός ζωνοδέλφινων ζει σε κλειστό κόλπο, απομονωμένος από άλλες πελαγικές περιοχές. Τα μεγάλα και απότομα βάθη δημιουργούν ένα τέλειο κλειστό οικοσύστημα.

Παράκτια οικοσυστήματα
Τα παράκτια οικοσυστήματα είναι μια από τις πιο παραγωγικές θαλάσσιες ζώνες. Αυτό συμβαίνει λόγω των ρηχών νερών που υπάρχουν, στα οποία η ακτινοβολία μπορεί να διεισδύσει ως το βυθό της θάλασσας και να παρέχει τις συνθήκες ώστε να επιτρέψει ένα ευρύ φάσμα πρωτογενούς παραγωγικότητας. Τα υψηλά επίπεδα πρωτογενούς παραγωγικότητας σε συνδυασμό με τους κλιματικούς παράγοντες με τη σειρά τους διατηρούν το συνολικό οικοσύστημα παρέχοντας πλούσια «βοσκοτόπια» και πολυσύχναστες περιοχές αναπαραγωγής.
Η εκτεταμένη ακτογραμμή της Ελλάδας, η οποία υπερβαίνει τα 18.000 km, είναι η επιμηκέστερη και μεγαλύτερη στην Ευρώπη και αποτελεί μια ευρεία περιοχή με ποικίλα ενδιαιτήματα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τα χαμηλά επίπεδα παράκτιας ανάπτυξης (σε σχέση με τη Δυτική Μεσόγειο) καθιστά τα οικοσυστήματα της παράκτιας ζώνης των ελληνικών θαλασσών και της ΝΑ Μεσογείου από τα πιο βιοποικίλα θαλάσσια οικοσυστήματα ολόκληρης της Μεσογείου.
Τα ρηχά, παράκτια νερά της περιοχής του Κορινθιακού κόλπου στηρίζουν μια σπάνια βιοποικιλότητα θαλάσσιας χλωρίδας και πανίδας, που απαρτίζεται από χιλιάδες είδη ψαριών, ασπόνδυλων οργανισμών και φυκών, καθώς και μεγάλες εκτάσεις από προστατευόμενα οικοσυστήματα:

Ψάρια
Λιθρίνι (Pagellus erythrinus)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 12 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 22 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Δεκέμβριος - Ιανουάριος
Μείωση πληθυσμού: Τα αποθέματα του είδους μειώνονται, το οποίο μπορεί να οφείλεται σε υπεραλίευση ή καταστροφική αλίευση.

Λούτσος (Sphyraena sphyraena)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 8 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 27 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Απρίλιος Αύγουστος
Κανένας κίνδυνος κατανάλωσης

Μελανούρι (Oblada melanura)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 18 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 18 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Μάρτιος - Ιούνιος
Κανένας κίνδυνος κατανάλωσης

Μπαλάς (Dentex macrophthalmus)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 8 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 24 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Χειμώνας
Κανένας κίνδυνος κατανάλωσης.

Κουτσομούρα (Mullus barbatus)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 11 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 16 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Απρίλιος - Αύγουστος
Κανένας κίνδυνος κατανάλωσης

Σαρδελομάνα (Sardinella aurita)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 10 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 17 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Μάιος - Ιούλιος
Κανένας κίνδυνος κατανάλωσης

Λίτσα (Trachinotus ovatus)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 14 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 21 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Αύγουστος - Οκτώβριος.
Κανένας κίνδυνος κατανάλωσης.

Συναγρίδα (Dentex dentex)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 18 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 18 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Μάρτιος - Ιούνιος
Καταναλώστε υπεύθυνα αυτό το ψάρι και δείχνετε πάντα σεβασμό στα βιώσιμα μεγέθη και τις περιόδους αναπαραγωγής. Λόγω της αναποτελεσματικής νομοθεσίας που δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τη βιολογία του είδους, το νόμιμο μέγεθος αυτού του ψαριού είναι αισθητά μικρότερο από το βιώσιμο μέγεθος.

Σάλπα (Sarpa salpa)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 8 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 20 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Μάρτιος – Μάιος και Σεπτέμβριος –Νοέμβριος. Κανένας κίνδυνος κατανάλωσης.

Μπαρμπούνι (Μullus surmuletus)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 11 cm
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 16.8 cm
Περίοδος αναπαραγωγής: Φεβρουάριος – Ιούνιος


Ασπόνδυλα
Πίνα (Pinna nobilis)
Μέγεθος: Συνήθως 30 - 50 όμως μπορεί να φτάσει και τα 120 cm. Η αλιεία αυτού του είδους είναι παράνομη! Το φυσικό περιβάλλον του είδους έχει κατακερματιστεί και συνεχίζει να φθίνει παραγόντων όπως: ρύπανση, παράκτια έργα, αλιεία με συρόμενα εργαλεία, υδατοκαλλιεργεια, εισβάλλοντα εξωτικά είδη κ.ά., κατατάσσοντας το είδος στην κατηγορία «Τρωτά» για την Ελλάδα. Μπορεί να φτάσει τα 120 εκ σε μήκος, το μεγαλύτερο μαλάκιο στη Μεσόγειο. Μακρόβιο είδος, ενδημικό της Μεσογείου. Το βρίσκουμε σε παράκτιες περιοχές, ανάμεσα σε θαλάσσια λιβάδια, μέχρι το βάθος των 60μ. Αν και η Πίνα θεωρείται σπάνιο είδος για πολλά μέρη της Μεσογείου, οι τελευταίοι, τοπικά σημαντικοί πληθυσμοί του βρίσκονται στις θάλασσες της Ελλάδος.
Η αλίευση, πώληση και κατανάλωση του είδους είναι παράνομη, γι’ αυτό σας παρακαλούμε να αναφέρετε σχετικά περιστατικά. Έχει χαρακτηριστεί ως κινδυνεύον είδος. Υπόκειται σε αυστηρό καθεστώς προστασίας και κάθε είδους αιχμαλωσία ή θανάτωση απαγορεύεται. Αυτό το είδος έχει υποστεί μεγάλη μείωση του πληθυσμού του σε όλη τη Μεσόγειο κατά την διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, εξαιτίας της υπεραλίευσής του, καθώς και τη χρήση του κοχυλιού για διακοσμητικούς σκοπούς. Το παράνομο διεθνές εμπόριο του έχει συμβάλει στη σημαντική μείωση του πληθυσμού του είδους.

Πετροσωλήνα, Σωλήνα (Lithofaga lithofaga)
Μέγεθος: Συνήθως 30-50cm, μπορεί να φτάσει και τα 120cm
Η αλιεία αυτού του είδους είναι παράνομη! Είδος ενδημικό στη Μεσόγειο. Ζει μέσα στο βραχώδες υπόστρωμα. Κατά την παράνομη αλίευση του, προκαλείται εκτεταμένη καταστροφή στα παράκτια οικοσυστήματα, καθώς θρυμματίζονται (συνήθως με κομπρεσέρ) οι παρακείμενοι βράχοι. Μακρόβιο είδος (>54 χρόνια) που χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά αργό ρυθμό ανάπτυξης, γεγονός που το καθιστά ευάλωτο στη υπερεκμετάλλευση.
Η αλίευση, πώληση και κατανάλωση του είδους είναι παράνομη, γι’ αυτό σας παρακαλούμε να αναφέρεστε σχετικά περιστατικά. Υπόκειται σε αυστηρό καθεστώς προστασίας σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και διεθνείς συνθήκες.

Κοινό χταπόδι (Octopus vulgaris)
Ελάχιστο επιτρεπόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 500 γρ
Ελάχιστο προτεινόμενο αλιεύσιμο μέγεθος: 1300 γρ
Καταναλώστε/αλιεύστε υπεύθυνα αυτό το είδος, σεβόμενοι το προτεινόμενο μέγεθος. Στις θάλασσες μας έχει παρατηρηθεί μείωση των αποθεμάτων του κοινού χταποδιού λόγω της υπεραλίευσης.

Άλγη
Cystoseira sp. (Cystoseira foeniculacea, Cystoseira crinite, Cystoseira compressa, Cystoseira spinose, Cystoseira zosteroides)
Το γένος Cystoseira είναι από τα πιο διαδεδομένα στους βυθούς εύκρατων περιοχών και αποτελεί οικότοπο για πολλά επίφυτα, ασπόνδυλα και ψάρια. Φαιοφύκος χαρακτηριστικό της Μεσογείου, πολύ συνηθισμένο στην Ελλάδα. Ο θαλλός έχει μορφή θάμνου, με σκληρή υφή, ο οποίος διακλαδίζεται (έχει ένα ή πολλούς κύριους άξονες και δευτερεύουσες διακλαδώσεις). Χρώμα ανοικτό έως σκοτεινό καστανό. Ο θαλλός φτάνει συχνά τα 10-50 εκατοστά ύψος. Προσκολλάται σε σκληρά υποστρώματα με δίσκο προσκόλλησης. Αναπτύσσεται συνήθως σε μικρά βάθη (έως 0,5 μέτρα) μαζί με το Sargassum, σε σημεία εκτεθειμένα στο φως. Διακρίνεται εύκολα από το Sargassum επειδή δε φέρει «φύλλα» ούτε αεροφόρους κύστεις. Η Cystoseira αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό φύκος της Ελλάδας και της Μεσογείου γενικότερα. Η παρουσία του σε μία ακτή αποτελεί ένδειξη ότι τα νερά είναι καθαρά χωρίς έντονη ανθρώπινη επίδραση.

Padina pavonica
Το γένος Padina αποτελειται από είδη καφέ μακροαλγών. Συνήθως δημιουργεί κοινωνίες σε ρηχές βραχώδεις πισίνες με αμμώδη βυθό, στις παράκτιες ζώνες. Θαλλός φυλλόμορφος, σχετικά εύκαμπτος, που μοιάζει με χωνί. Στην επιφάνεια του θαλλού διακρίνονται παράλληλες και ομόκεντρες, σκούρες λεπτές ζωνώσεις. Μέγεθος συνήθως 2-5 cm ή και περισσότερο. Χρώμα καστανό, τα νεαρά άτομα περισσότερο ανοιχτόχρωμα. Αναπτύσσεται σε ποικίλα βάθη, στερεώνεται σε διάφορα υποστρώματα με ριζοειδή (δεν έχει τυπικές ρίζες). Προτιμά περιοχές εκτεθειμένες στο φως (φωτόφιλο φύκος). Το είδος P. pavonica είναι από τα πιο κοινά φύκη των ελληνικών βραχωδών ακτών.

Peyssonnelia rubra
Αυτό το είδος σχηματίζει λεπτές, σκληρές, ασβεστοποιημένες περισκληρύνσεις. H ανάπτυξή του ακολουθεί το περίγραμμα του υποστρώματος και θυμίζει ζωγραφισμένη επίστρωση. Τα εξωτερικά μέρη μπορεί να μην είναι γερά προσκολλημένα. Το χρώμα κυμαίνεται μεταξύ βαθύ κόκκινου και βουργουνδί. Προτιμάει σκιερές περιοχές, προσκολλημένο σε σκληρά υποστρώματα.

Corallina elongate
Θαλλός με μορφή θάμνου, με μικρούς αρθρωτούς .επίπεδους κλάδους. Σε κάθε άρθρο σχηματίζεται τριχοτομική διακλάδωση. Έντονα ενασβεστωμένο φύκος με πολύ σκληρή υφή. Χρώμα λευκό και σπανιότερα λευκορόδινο, μέγεθος 2-4 cm. Αναπτύσσεται σε βράχους
κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας (συνήθως έως 0,5 μέτρα σε βάθος). Προτιμά κάθετες σκιαζόμενες επιφάνειες.
Μπορεί επίσης να αναπτυχθεί πάνω σε άλλα μακροφύκη, - δηλαδή ως επίφυτο. Στην περίπτωση αυτή έχει πιο μικρό μέγεθος, ενώ οι κλάδοι του θαλλού δεν είναι επίπεδοι αλλά κυλινδρικοί.

Jania rubens
Μικροσκοπικό φύκος, συνήθως αναπτύσσεται πάνω σε άλλα μακροφύκη ως επίφυτο. Ένασβεστωμένος θαλλός, αποτελείται από μικρούς αρθρωτούς κλάδους, κυλινδρικούς, λεπτούς οι οποίοι διακλαδίζονται πάντα, διχοτομικά. Οι κλάδοι αυτοί είναι πολύ μικροί και με δυσκολία παρατηρούνται με γυμνό μάτι, αν και φαίνονται καθαρά σε στερεοσκόπιο. Συνήθως οι κλάδοι συγκεντρώνονται πολλοί μαζί δίνοντας έτσι την εικόνα συστάδων που φτάνουν σε μέγεθος τα 1 - 5 cm. Tέτοιες αναπτύξεις είναι πολύ συχνές πάνω σε άλλα μακροφύκη, όπως π.χ. Cystoseira. Χρώμα λευκό. Απαντάται σε βραχώδεις ακτές, σε μικρά βάθη (συνήθως. έως 1 μ.). Είναι αυστηρά φωτόφιλο φύκος και πολύ κοινό στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα προς το τέλος του καλοκαιριού σχηματίζει εκτεταμένες λευκές τούφες πάνω σε βράχια και άλλα μακροφύκη.

Laurencia obtusa
Εύκολα αναγνωρίσιμο. Έχει χρώμα ρόδινο-λευκό, συνήθως όμως ελαιοπράσινο ή και χρυσοκίτρινο. Πολύ συνηθισμένο στις ελληνικές ακτές. Ο θαλλός μοιάζει με μικροσκοπικά ζελατινώδη θαμνάκια. Έχει ένα ή πολλούς βασικούς άξονες που είναι κυλινδρικοί. Υφή χόνδρινη, μέγεθος 2-10 cm. Αναπτύσσεται σε βράχια, συνήθως σε πολύ μικρά βάθη, κοντά στην επιφάνεια του νερού. Προτιμά επιφάνειες βράχων που είναι εκτεθειμένες στο φως. Ορισμένα είδη Laurencia χρησιμοποιούνται στη διατροφή σε χώρες της Ασίας.

Halophila stipulacea
Το είδος Halophila stipulacea εισήχθη στη Μεσόγειο και πιο πρόσφατα στη Καραϊβική πιθανώς μέσω της εμπορικής και ερασιτεχνικής ναυσιπλοΐας. Έρευνες δείχνουν ότι είναι ικανό να υπερτερήσει και να αντικαταστήσει την εγχώρια βλάστηση και τις συσχετιζόμενες κοινωνίες. Ενώ δεν έχει αποδειχτεί ακόμη, η ραγδαία εξάπλωση αυτού του είδους αποτελεί σοβαρή απειλή ενάντια στην βιοποικιλότητα ενός οικοσυστήματος. Το H. stipulacea εμπεριέχεται στα «100 πιο επικίνδυνα χωροκατακτητικά ξένα είδη στη Μεσόγειο». Συναντάται στην υποπαλιρροϊκή ζώνη μέχρι τα 65 μέτρα βάθος αλλά κυρίως σε βάθη 30 - 45 m και συνήθως κοντά σε λιμάνια.

Acetabularia acetabulum
Συναντάται σε Μαρόκο, Αλγερία, Λιβύη, Αίγυπτο, Τουρκία, Ελλάδα και κυρίως σε Ιταλία, Γαλλία και Ισπανία. Η ιδανική θερμοκρασία για την ανάπτυξή του είναι 10 - 25° C, ενώ το ιδανικό περιβάλλον είναι βραχώδεις, ρηχές, υποπαλιρροϊκές περιοχές. Η A. acetabulum είναι μια φωτοσυνθετική άλγη, που παράγει οξυγόνο και αποτελεί τροφή για πολλούς φυτοφάγους οργανισμούς όπως οι αχινοί και διάφορα είδη ψαριών.

Codium bursa
Χλωροφύκος με σωληνόμορφο θαλλό, κοίλο στο εσωτερικό, ο οποίος είτε διακλαδίζεται δίνοντας την εντύπωση μικρογραφίας δέντρου είτε δε διακλαδίζεται οπότε έχει μορφή συμμετρικής μπάλας που θυμίζει σπόγγο. Χαρακτηριστικό του Codium είναι οι μικροσκοπικοί ροπαλοειδείς σχηματισμοί που βρίσκονται στην επιφάνεια του θαλλού. Αυτά ονομάζονται utricles και είναι ορατά μόνο με μικροσκόπιο. Οι «δενδρώδεις» μορφές (π.χ. Codium fragile) προσκολλούνται με δίσκο προσκόλλησης (hold fast) σε σκιερά σημεία βράχων σε μικρά βάθη, έχουν χρώμα σκούρο πράσινο και το μέγεθός τους φτάνει τα 30 cm. Οι μη διακλαδισμένες μορφές που θυμίζουν σπόγγο (π.χ. Codium bursa) απαντούν όχι σε βράχια αλλά σε άμμο και συνήθως σε μεγαλύτερα βάθη, έχουν χρώμα σκούρο πράσινο και διάμετρο συνήθως έως 30 cm. Το Codium fragile είναι εξωτικό είδος που ήρθε μέσω πλοίων από την Ιαπωνία στη Μεσόγειο.

Θαλάσσια Θηλαστικά
Η περιοχή του Κορινθιακού αν και είναι μία σχετικά μικρή ημι-κλειστη θάλασσα, φιλοξενεί σημαντικούς πληθυσμούς από διάφορα είδη θαλάσσιων θηλαστικών τα οποία είτε ζουν σε μόνιμους πληθυσμούς στον Κορινθιακό, είτε απλώς διέρχονται από αυτόν.
Παρά το γεγονός ότι προστατεύονται από την εθνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, καθώς και από διεθνείς συμβάσεις, η έλλειψη αποτελεσματικών μέτρων προστασίας τους οδηγεί στη μείωση των πληθυσμών τους κατά τις τελευταίες δεκαετίες.
Οι πληθυσμοί των θαλάσσιων θηλαστικών αντιμετωπίζουν αυξανόμενες απειλές που σχετίζονται με τις ανθρώπινες δραστηριότητες όπως η υπεραλίευση, η ακούσια εμπλοκή σε αλιευτικά εργαλεία, η ρύπανση και ηχορύπανση, οι προσκρούσεις με πλοία, και γενικότερα η όχληση από τον άνθρωπο.
• Η υπεραλίευση, καθώς και οι καταστροφικές και παράνομες πρακτικές αλιείας καθιστούν ολοένα και πιο δύσκολη για τα θαλάσσια θηλαστικά την ανεύρεση τροφής..
• Συνεχόμενη απειλή γι’ αυτά τα ζώα αποτελεί επίσης ο εγκλωβισμός τους σε δίχτυα εμπορικών αλιευτικών και ο επακόλουθος πνιγμός τους.
• Η ηχορύπανση που προκαλείται από στρατιωτικά σόναρ ή σεισμικές έρευνες για υδρογονάνθρακες, μπορεί να αποπροσανατολίσει ή ακόμα και να σκοτώσει κήτη και αποτελεί συχνή αιτία εκβρασμών.
• Τα θηλαστικά συχνά πεθαίνουν ως αποτέλεσμα της πρόσκρουσης σε πλοία λόγω της έντονης θαλάσσιας κυκλοφορίας. Οι χελώνες συνήθως τραυματίζονται από μικρά ταχύπλοα, ενώ οι φάλαινες από μεγάλα εμπορικά πλοία, κυρίως από πλοία της γραμμής.
• Η βιοσυσσώρευση μολυσματικών ουσιών στον οργανισμό των θαλάσσιων θηλαστικών και χελώνων μπορεί να επηρεάσει τους απογόνους τους. Αυτό επιδρά στη συνολική υγεία των ζώων σε ατομικό επίπεδο, κυρίως το ανοσοποιητικό και αναπαραγωγικό σύστημα, αλλά και στην υγεία ολόκληρου του πληθυσμού τους. Έρευνες έχουν δείξει ότι σε συγκεκριμένες θάλασσες είναι συχνό φαινόμενο ο πρωτότοκος απόγονος των δελφινιών να αποβιώνει εξαιτίας του τοξικού φορτίου που περνάει από τη μητέρα κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
• Τα θηλαστικά συχνά πεθαίνουν ως- αποτέλεσμα της πρόσκρουσης σε πλοία λόγω της έντονης θαλάσσιας κυκλοφορίας. Οι χελώνες συνήθως τραυματίζονται από μικρά ταχύπλοα, ενώ οι φάλαινες από μεγάλα εμπορικά πλοία, κυρίως από πλοία της γραμμής.
• Η απώλεια οικοτόπου ως αποτέλεσμα καταστροφικής αλιείας, ρύπανσης και άλλου είδους ανθρώπινων παρεμβάσεων ασκεί αυξανόμενη πίεση σε αυτά τα ζώα, ιδίως στη Μεσογειακή φώκια Μονάχους Μονάχους και τις χελώνες.
• Ο πνιγμός ή η ασφυξία από κατάποση πλαστικών και άλλων ρυπογόνων ουσιών.


Ρινοδέλφινο (Tursiops truncates)
Μήκος: 1.90-3.90m
Βάρος: 150-300
Διάρκεια ζωής: >50 έτη
Οικότοπος: Συνήθως κινείται σε παράκτια νερά, στην Ελλάδα συναντάται σε πορθμούς και κόλπους.
Δίαιτα: Ψάρια, Κεφαλόποδα, Μαλακόστρακα
Κατάσταση πληθυσμών: Ευάλωτο

Ζωνοδέλφινο (Stenella coeruleoalba)
Μήκος: 1.80 -2.50 m
Bάρος: 110-170 kg
Διάρκεια ζωής: 50 έτη
Οικότοπος: Ανοιχτή θάλασσα, συνήθως πάνω από 1 χλμ. από την ακτή και σε βάθος άνω των 200 μ.
Δίαιτα: Ψάρια, Κεφαλόποδα, Μαλακόστρακα
Κατάσταση πληθυσμών: Ευάλωτο

Κοινό δελφίνι (Delphinus delpis)
Μήκος: 1.70-2.40m
Βάρος: 70-135 kg
Διάρκεια ζωής: >30 έτη
Οικότοπος: Ανοιχτή θάλασσα, συνήθως σε βάθος άνω των 200 μ.
Δίαιτα: Ψάρια, Κεφαλόποδα
Κατάσταση πληθυσμών: Κινδυνεύον

Σταχτοδέλφινο (Grampus griseus)
Μήκος: 2. 60-3.80m
Βάρος: 300-600 kg
Διάρκεια ζωής: >30 έτη
Οικότοπος: Μεταναστεύει συχνά στην ανοιχτή θάλασσα, συνήθως συναντάται σε περιοχές με βαθιά υποβρύχια φαράγγια
Δίαιτα: Κυρίως κεφαλόποδα, αλλά και ψάρια
Κατάσταση πληθυσμών: Ευάλωτο. Πελαγικό είδος, ζει σε ολιγομελείς μεταναστευτικές ομάδες και συνήθως συναντάται σε νερά με απότομη γεωμορφολογία.

Πετροφάλαινα (Balaenoptera physalus)
Μήκος: <20m
Βάρος: 40-50 τόνοι
Διάρκεια ζωής: >80 έτη
Οικότοπος: Συναντάται εποχιακά σε βαθιά, ανοικτά νερά
Δίαιτα: Ζωοπλαγκτόν και μικρά ψάρια
Κατάσταση πληθυσμών: Κινδυνεύον

Χελώνες
Καρέτα (Caretta caretta)
Μήκος: 0.90 m
Βάρος: 115 kg
Διάρκεια ζωής: > 50 έτη
Οικότοπος: Συναντάται σε ανοιχτές θάλασσες και παράκτιες περιοχές. Συχνά τρέφεται σε περιοχές με θαλάσσια λιβάδια.
Δίαιτα: Μαλακόστρακα, μαλάκια και μέδουσες Κατάσταση πληθυσμών: Κινδυνεύον

Τα ενήλικα θηλυκά συχνά επιστρέφουν στην παραλία όπου εκκολάφθηκαν για να εναποθέσουν τα αυγά τους, διανύοντας αποστάσεις έως και χιλιάδων μιλίων.

Φόρμα Σχολίων

Σφάλμα | Κορινθιακός Κόλπος