Φρούριο Ρίου – Αντιρρίου
Ρίο-Αντίρριο, τα Μικρά Δαρδανέλλια
Η είσοδος του Κορινθιακού Κόλπου φυλασσόταν σε παλαιότερες εποχές από δύο ισχυρά αντικριστά κάστρα, του Ρίου και του Αντιρρίου. Οι Ρωμαίοι είχαν πρώτοι κατασκευάσει κάποιες οχυρώσεις, οι οποίες όμως μεταγενέστερα περιέπεσαν σε αχρηστία. Τα κάστρα αποτελούσαν μέρος του οχυρωματικού σχεδιασμού των Οθωμανών και κτίστηκαν από τον σουλτάνο Βαγιαζήτ Β' το 1499-1500 στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να εκκαθαρίσει και τους τελευταίους θύλακες βενετικής παρουσίας στην ηπειρωτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τα αποκαλούσαν “Μικρά Δαρδανέλια”, αφού τους θύμιζαν τα κάστρα που φυλάσσουν την είσοδο στον Ελλήσποντο. “Ούτε πουλί πετούμενο” δεν περνούσε ανάμεσα από τα δύο κάστρα, με τα ισχυρά τους κανόνια, όπως έλεγαν παλαιότερα. Το 1532 τα κάστρα πολιορκήθηκαν από τον Αντρέα Ντόρια, Γενοβέζο ναύαρχο στην υπηρεσία των Αψβούργων. Οι Οθωμανοί τα ανατίναξαν, αλλά τα έκτισαν ξανά όταν αποσοβήθηκε η εχθρική απειλή. Μάλιστα, ο Οθωμανός ναύαρχος Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα μετέφερε στο κάστρο του Αντιρρίου πυροβόλα και εξειδικευμένους πυροβολητές από τη Ναύπακτο. Το 1571 τα δύο κάστρα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου, που έλαβε χώρα στο άνοιγμα του πατραϊκού κόλπου. Αν και οι Οθωμανοί ηττήθηκαν, οι συνασπισμένες δυτικές δυνάμεις δεν μπόρεσαν να εισχωρήσουν στον Κορινθιακό κόλπο. Το 1603 οι Ιππότες της Μάλτας κατέλαβαν και κατέστρεψαν τα δύο κάστρα. Οι Οθωμανοί τα ανακατέλαβαν και τα επισκεύασαν, για να τα ανατινάξουν ξανά το 1687, όταν ο Βενετός στρατηγός Φραντσέσκο Μοροζίνι ανακατέλαβε την Πελοπόννησο, εξαναγκάζοντάς τους να τα εγκαταλείψουν. Στη συνέχεια τα δύο κάστρα ανοικοδομήθηκαν με βάση τις νέες πολεμικές συνθήκες, σε σχέδια Ενετών μηχανικών και παρέμειναν σε βενετικά χέρια τυπικά ως το 1699, με την υπογραφή της συνθήκης του Κάρλοβιτς, και ουσιαστικά ως το 1714, όταν ανακτήθηκαν από τους Οθωμανούς.
Ρίο
Το Κάστρο του Ρίου ή “Καστέλι του Μωριά” είναι χτισμένο στο άκρο του Πατραϊκού Κόλπου, επάνω σε βραχύ ακρωτήριο, όπου στην αρχαιότητα υπήρχε ναός του Ποσειδώνα. Στην αρχαιότητα η θέση ονομαζόταν “Ρίον Αχαϊκόν”. Το φρούριο έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου, με κορυφή στα βόρεια, στην απόληξη της χερσονήσου που οχυρώνει. Ήταν οχυρωμένη με ισχυρούς πύργους. Στη νότια πλευρά του προστατεύεται από φαρδιά τάφρο. Στο εσωτερικό του φρουρίου υπάρχουν τα ερείπια κυκλικού οικοδομήματος, πιθανότατα κεντρικού πύργου. Οι τελευταίοι Οθωμανοί υπερασπιστές του κάστρου εκδιώχθηκαν από τον στρατηγό Μαιζόν το 1828.
Αντίρριο
Το Κάστρο του Αντίρριου ή “Καστέλι της Ρούμελης” αποτελεί ένα ωραίο δείγμα ενετικής αρχιτεκτονικής, με εξάγωνη κάτοψη που διαθέτει από έναν πολυγωνικό προμαχώνα σε κάθε γωνία. Στο βόρειο τμήμα του υπήρχε τάφρος, ενώ έχουν εντοπιστεί ίχνη και δεύτερου ορύγματος, που πιθανόν λειτουργούσε ως τάφρος, περίπου μισό χιλιόμετρο βόρεια του κάστρου. Προς την πλευρά της θάλασσας ανοίγονταν στα τείχη κανονιοθυρίδες. Στη βάση του παραπέτου που περιέτρεχε το τείχος εξωτερικά διακρίνεται ημικυκλικό κυμάτιο, χαρακτηριστικό της ενετικής αρχιτεκτονικής. Η κεντρική πύλη του κάστρου βρισκόταν στη βόρεια πλευρά. Από εκεί ξεκινούσε τοξοσκέπαστος διάδρομος που οδηγούσε προς το εσωτερικό. Πηγές του 17ου αιώνα αναφέρουν ότι εντός του κάστρου υπήρχαν σπίτια, χαμάμ δύο τουλάχιστον τεμένη, ένα του Βαγιαζήτ Β' και ένα μικρότερο (μεστζίτ) του Σουλεϊμάν. Το κάστρο παραδόθηκε από τους Οθωμανούς στον Αυγουστίνο Καποδίστρια, αδελφό του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, το 1829. Το κάστρο συντηρήθηκε πριν από μερικά χρόνια και στεγάζει σήμερα εργαστήρια συντήρησης της Εφορείας Αρχαιοτήτων. Είναι δε καθημερινά επισκέψιμο, εκτός Δευτέρας, μεταξύ 9 π.μ. και 5 μ.μ. Τους καλοκαιρινούς μήνες ιδιαίτερα διοργανώνονται μουσικές εκδηλώσεις, αλλά και εικαστικές εκθέσεις.
Βιβλιογραφία:
Σμύρης, Γ., Κάστρο Ναυπάκτου, Ενετοί και Ιωαννίτες Ιππότες,
Δίκτυα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, Πειραματική ενέργεια Archimed, Αθήνα 2001
Γεωργιάδη - D' Amico, Ιφ, Αλμπάνη Τζ., Αρβανιτόπουλος. Στ., Κάστρων Περίπλους, εκδ. ΤΑΠΑ, Αθήνα 2008, 132-133.