Η Μονή Οσίου Λουκά είναι χτισμένη στη δυτική πλαγιά του Ελικώνα κάτω από την ακρόπολη της αρχαίας Στείριδας και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της μεσοβυζαντινής τέχνης και αρχιτεκτονικής. Είναι αφιερωμένος στον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (29 Ιουλίου 896 - 7 Φεβρουαρίου 953), είναι το καλύτερα διατηρημένο μοναστηριακό συγκρότημα της μεσοβυζαντινής περιόδου στην Ελλάδα και περιλαμβάνεται στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Η απαρχή της μοναστικής δραστηριότητας στην περιοχή ξεκινάει από τον ίδιο τον Όσιο Λουκά, όταν ασκήτευσε εκεί στα τελευταία χρόνια της ζωής του, από το 946 έως το 953. Ιστορικά στοιχεία για τη μονή αντλούμε από τον Βίο του Οσίου και τις Ακολουθίες της Κοιμήσεως και της Ανακομιδής του λειψάνου του. Πληροφορούμαστε πως ο Όσιος, παιδί προσφύγων από την Αίγινα, γεννήθηκε στο Καστρί Φωκίδας το 896 και σε νεαρότατη ηλικία επιλέγει τη μοναστική ζωή. Κατά τα τέλη 910/αρχές 911 ζει ως μοναχός στην Αθήνα, και κατόπιν σε διάφορα μοναστήρια ή ησυχαστήρια της Φωκίδας και της απέναντι κορινθιακής ακτής. Τις μετακινήσεις του ουσιαστικά καθορίζουν οι επιδρομές των Βουλγάρων, που τα χρόνια εκείνα ταλάνιζαν την περιοχή. Μετά από 35 έτη μοναστικού βίου, το 946/7, εγκαθίσταται στην τοποθεσία όπου σήμερα βρίσκεται η μονή, στο Στείρι της Φωκίδος, όπου και πεθαίνει σε ηλικία 56 ετών.
Το Στείρι ήταν πολύ κοντά στην έδρα του Θέματος Ελλάδος, τη Θήβα, σημαντικό στρατηγικό και οικονομικό κέντρο την εποχή εκείνη. Και ο Όσιος ήταν πολύ αγαπητός στους κατοίκους της περιοχής. Η σχέση του με το λαό, αλλά και με τους υψηλά ισταμένους τοπικούς αξιωματούχους, έκαναν την περιοχή κέντρο προσκυνηματικού ενδιαφέροντος
Ο Όσιος τάφηκε στο δάπεδο του κελίου του, ενώ έξι μήνες μετά, ο μοναχός Κοσμάς, προσκυνητής προερχόμενος από την Παφλαγονία, περιέφραξε το μνήμα με κιγκλίδωμα και τοποθέτησε πάνω σε αυτό επίστρωση πήλινων πλακών. Δύο χρόνια μετά, στα 955, οι μοναχοί, που ήδη μόναζαν κοντά στον άγιο, έκτισαν σταυροειδές ευκτήριο γύρω από τον τάφο του και οικοδόμησαν τα πρώτα κελιά μίας οργανωμένης μοναστικής κοινότητας
Σήμερα το συγκρότημα αποτελείται από το σύμπλεγμα δύο εκκλησιών, τη μονή της Παναγίας και το Καθολικό, που πλαισιώνονται από κελιά και βοηθητικά κτίσματα. Ο παλαιότερος ναός αφιερωμένος στην Παναγία χρονολογείται στο δεύτερο μισό τού 10ου αι. Το καθολικό που κτίσθηκε στις πρώτες δεκαετίες του 11ου αι. για να στεγάσει το λείψανο του Οσίου είναι μεγαλύτερο στις διαστάσεις με υπόγεια κρύπτη. Τα ψηφιδωτά που διακοσμούν τους τοίχους του καθολικού αποτελούν κορυφαία αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης.
Στα 1014 το μοναστήρι ακμάζει και διαθέτει δύο μετόχια στην Εύβοια, στην Αντίκυρα και στον Άγιο Νικόλαο στα Καμπιά Βοιωτίας.
Μετά το 1204 και τη Φραγκοκρατία στην Ελλάδα στο μοναστήρι εγκαθίστανται Λατίνοι μοναχοί ενώ με την Τουρκοκρατία επανέρχεται σε ελληνικά χέρια. Στη διάρκεια των αιώνων γνώρισε καταστροφές και λεηλασίες, ωστόσο διασώζει σπανιότατο αρχιτεκτονικό και διακοσμητικό πλούτο.

Καθολικό μονής Οσίου Λουκά
Η κεντρική εκκλησία του μοναστικού συμπλέγματος, το καθολικό, κτίστηκε για να στεγάσει το λείψανο του Οσίου. Ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο του ηπειρωτικού οκταγωνικού και θεωρείται το πρότυπο όλων των μεταγενέστερων ναών αυτού του τύπου. Το καθολικό του Οσίου Λουκά χαρακτηρίζεται για τον ευρύ τρούλο του (διάμετρο σχεδόν 9μ.) και αντίστοιχα το διευρυμένο ενιαίο τετράγωνο χώρο κάτω από αυτόν. Το βάρος του τρούλου φέρουν οκτώ ογκώδεις πεσσοί, που γεφυρώνονται σε μεγάλο ύψος, από τέσσερα μεγάλα τόξα ανάμεσα σε τέσσερα ημιχώνια. Από τα παρεκκλήσια, που πλαισιώνουν τον τετράγωνο πυρήνα, ιδιαίτερη σημασία έχει το βορειανατολικό γιατί εκεί έχει τοποθετηθεί η μαρμάρινη λειψανοθήκη του οσίου. Ταυτόχρονα με το καθολικό κτίσθηκε η κρύπτη, σε σχήμα σταυροειδούς τετρακιόνιου ναού. Εδώ στεγάζεται ο αρχικός τάφος του οσίου Λουκά, που βρίσκεται στο βόρειο τοίχο, ακριβώς κάτω από το χώρο του καθολικού, όπου τοποθετήθηκε η λειψανοθήκη του οσίου. Δύο ακόμα τάφοι στην κρύπτη ανήκουν σε επιφανείς ηγούμενους του μοναστηριού.
Χαρακτηριστικός είναι ο πλούσιος εσωτερικός διάκοσμος. Συνθέσεις από χρωματιστά μάρμαρα στο δάπεδο και τις κατακόρυφες επιφάνειες των τοίχων. Λαμπρά ψηφιδωτά που κοσμούν τις ανώτερες επιφάνειες του καθολικού, συνθέτουν ένα από τα σημαντικότερα ψηφιδωτά σύνολα της μεσοβυζαντινής τέχνης. Χρονολογούνται γύρω στη 2η και 3η δεκαετία του 11ου αι., είναι δηλαδή πρωιμότερα από τα άλλα μεγάλα ψηφιδωτά σύνολα του ελλαδικού χώρου. Στη κόγχη του ιερού απεικονίζεται η Παναγία ένθρονη βρεφοκρατούσα, ενώ στο χαμηλό θόλο πάνω από το ιερό παριστάνεται η Πεντηκοστή. Στο μεγάλο τόξο επάνω από την είσοδο του ιερού εικονίζονται οι αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ. Ο χριστολογικός κύκλος αντιπροσωπεύεται με τέσσερις σκηνές στα ημιχώνια και με τέσσερις σκηνές από τον κύκλο του Πάθους (ο Νιπτήρας, η Σταύρωση, η Ανάσταση και η Ψηλάφηση του Θωμά). Στο διακονικό διατηρούνται 2 σκηνές της Παλαιάς Διαθήκης, ο Δανιήλ στο λάκκο των Λεόντων και οι Τρεις Παίδες στην κάμινο. Τη ψηφιδωτή διακόσμηση συμπληρώνουν παραστάσεις ενός ιδιαίτερα μεγάλου αριθμού αγίων. Τα δύο παρεκκλήσια, βορειοδυτικό και νοτιοδυτικό, μικρό τμήμα του βορειοανατολικού διαμερίσματος και η κρύπτη κοσμούνται με τοιχογραφίες που του τρίτου τέταρτου τέταρτο του 11ου αι.


Ναός της Παναγίας στη μονή του Οσίου Λουκά
Η εκκλησία της Παναγίας είναι η παλαιότερη από τις δύο εκκλησίες του μοναστηριακού συγκροτήματος. Χρονολογείται στο 2ο μισό του 10ου αι. Κτισμένη σύμφωνα με τα κωνσταντινουπολίτικα πρότυπα, η εκκλησία κατέχει εξέχουσα θέση στην ιστορία της βυζαντινής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Η αρχιτεκτονική μορφή και ο τρόπος δομής, η εκλέπτυνση στη διάρθωση των εξωτερικών επιφανειών και ο εξαιρετικός πλούτος στον αρχιτεκτονικό διάκοσμο προκάλεσαν από νωρίς το ενδιαφέρον των μελετητών.
Ο Ναός ανήκει στο σύνθετο τετρακιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό με τρούλο, τύπος που χαρακτηρίζει την αρχιτεκτονική σχολή της Κωνσταντινούπολης. Στον κυρίως ναό έχει προσαρτηθεί ευρύχωρος νάρθηκας, η λιτή. Δυτικά της, ο ιδιότυπος εξωνάρθηκας αποτελείται από ένα ανοικτό προστώο με δύο κλειστά διαμερίσματα στα δύο άκρα, τα οποία προεξείχαν από το περίγραμμα του κυρίως ναού. Το νότιο διαμέρισμα του εξωνάρθηκα ενσωματώθηκε στη μεταγενέστερη εκκλησία, το καθολικό της μονής. Κάτω από την ορθομαρμάρωση του καθολικού αποκαλύφθηκε μια εξαιρετική τοιχογραφία, που διακοσμούσε άλλοτε τον ανατολικό τοίχο του νοτίου διαμερίσματος του εξωνάρθηκα. Η μοναδική τοιχογραφία που σώθηκε από την αρχική διακόσμηση του ναού της Παναγίας ιστορεί την εμφάνιση του αρχάγγελου Μιχαήλ στον Ιησού του Ναύη πριν από την άλωση της Ιεριχούς. Τοιχογραφίες διασώζονται και στο νότιο σκέλος του σταυρού και το διακονικό, που έχουν χρονολογηθεί στο τέλος του 12ου αι.

Πηγή:

www.odysseus.culture.gr

Λιάπης, Ιερώνυμος -Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας, «Ιερά Μονή Οσίου Λουκά», Αθήνα 2005